29 Ιανουαρίου 2017

Γ κ ο υ τ ζ ι ο υ ν ί δ α: Λαγκιώτικο παιδικό παιχνίδι



Φίλοι μου...







Στην προσπάθειά μου να συγκεντρώσω όσο το
δυνατόν περισσότερα στοιχεία για την παλιά ζωή στη
Λάγκα, έχω βρεθεί άφωνη- όχι
λίγες φορές- μπροστά στην εφευρετικότητα των ανθρώπων της εποχής εκείνης, ώστε
να διευκολύνουν την ζωή τους. 





Το ίδιο συμβαίνει και με τα παιδιά. 


Δεν υπήρχαν
κατασκευασμένα παιχνίδια τότε. Τα παιδιά όμως θες από ανάγκη, θες από μεγάλη
ενεργητικότητα, έβρισκαν τρόπους να περνούν την ώρα τους και να εφευρίσκουν
παιχνίδια.





Το έχω αναφέρει κατ' επανάληψη εξ' άλλου. Ένα από αυτά τα
παιχνίδια λοιπόν, ήταν και η Γκουτζιουνίδα. Ας θυμηθούμε πως παιζόταν:


  


Το παιχνίδι αυτό παίζονταν με το γκιρτσίνι. Έτσι  λεγόταν το εσωτερικό σκληρό μέρος του
καλαμποκιού. 


Η ρόκα που λέμε σήμερα. Σε κάποια πλατεία, αλάνα, ή αλώνι, τα
παιδιά έκαναν ένα μεγάλο κύκλο και στο εσωτερικό του ένα μικρό ομόκεντρο. 


Στο
κέντρο του μικρού κύκλου έσκαβαν μια τρύπα και τοποθετούσαν το γκιρτσίνι όρθιο.
Δεν ήταν βαθιά, ίσα που να στέκεται το γκιρτσίνι. 


Ορίζονταν ένα παιδί αρχηγός,
και αυτός έδινε το σύνθημα για να αρχίσει το παιχνίδι. Τα υπόλοιπα παιδιά είχαν
μεγάλα ραβδιά που τα ονόμαζαν γκουτσιουνίδες και προσπαθούσαν να βγάλουν το
γκιρτσίνι όχι μόνο έξω από την τρύπα αλλά και έξω από τον εξωτερικό κύκλο. 


Όποιο παιδί το κατάφερνε γινόταν αρχηγός, και συνέχιζε το παιχνίδι.


Βασικά ήταν παιχνίδι για αγόρια.





 Φίλοι μου, όπως βλέπουμε, απλά και ομαδικά ήταν τα παιχνίδια
τότε. 


Έφερναν το γέλιο και την χαρά σε όλα τα παιδικά προσωπάκια όμως. Και το
μεγάλο πλεονέκτημα: τα παιδιά βρίσκονταν μαζί, έκαναν παρέα και
κοινωνικοποιούνταν. 


Σε όποιες δύσκολες εποχές κι αν ζούσαν. Αυτό δυστυχώς
φαίνεται να έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Αλλά τουλάχιστον ας μην ξεχνάμε πως όσο
δύσκολοι καιροί κι είναι, οι άνθρωποι μπορούν να ανταπεξέρχονται με την
υποστήριξη που δίνουν και παίρνουν από τους συνανθρώπους τους.





Mαρία Παπαϊωάννου


Ετικέτες , , , ,

10 Νοεμβρίου 2013

Tα παιχνίδια των παππούδων μας....



Πάνω από εκατό χρόνια πριν, δεν υπήρχαν τηλεοράσεις, στερεοφωνικά, ή τηλεοπτικά παιχνίδια, δεν υπήρχαν χρήματα για ακριβά παιχνίδια και οι γονείς μας ήταν πολύ απασχολημένοι για να ασχοληθούνε μ΄εμάς.








Ευτυχώς η κίνηση στους δρόμους ήταν μικρή η δεν υπήρχε, οπότε ο δρόμος ήταν η παιδική χαρά μας: οι δρόμοι, τα πεζοδρόμια, καθώς και στους μικρούς κήπους μπροστά.Παίζαμε έξω έως ότου βράδιαζε και δεν βλέπαμε πια.




Τα αγόρια έπαιζαν "βόλους" έστρωναν τους βόλους σε μια σειρά, σχεδόν κολλητοί μεταξύ τους, και τα παιδιά έριχναν το καθένα το δικό του βώλο από κάποια καθορισμένη απόσταση, προσπαθώντας να πετύχουν κάποιον απο τους "στρωμένους" βώλους. Οποιο βώλο πετύχαινε το παιδί, τον κέρδιζε.Το μεγάλο πανηγύρι γινόταν όταν έμπαινε και γκαζά στο στρώσιμο και όποιο παιδί κέρδιζε γκαζά, ξεφώνιζε από χαρά και ικανοποίηση. Συνήθως όμως η γκαζά δεν έμπαινε στο στρώσιμο, επειδή όποιο παιδί την είχε προτιμούσε να τη κρατάει για να σημαδεύει, επειδή ήταν πιο εύστοχη και δεν έχανε το σχήμα της. Οι χωματένιοι βώλοι χάναν γρήγορα τη λεία εξωτερική τους επιφάνεια και, μετά από κάμποσα παιχνίδια, σπάγαν κιόλας.
Στα τελευταία χρόνια του '50, όσο απομακρυνόταν ο τόπος από τους πολέμους, οι γκαζές αντικαταστήσαν εντελώς τους χωματένιους βώλους, οπότε το παιχνίδι ονομάστηκε "οι γκαζές", μια και παιζόταν πλέον μόνο με γκαζές.


Έχουμε, επίσης,το παιχνίδι με τα τσέρκια.Υπήρχαν ξύλινα σε διάφορα μεγέθη για τα κορίτσια με τα ραβδιά τα κιλούσαν στα πεζοδρόμια.Τα αγόρια είχαν σιδερένια τσέρκια.Κέρδιζε το παιδί που θα έφτανε πρώτο στο προκαθορισμένο σημείο.




ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ






Παιζόταν από δυο άτομα. Το πρώτο παιδί που άρχιζε, έριχνε μια στρογγυλή πέτρα στην αρχή του σχεδίου. Έπρεπε στηριγμένο στο ένα πόδι να σπρώξει μ' αυτό την πέτρα ώστε να βγει έξω από το σχέδιο στην αρχή. Στη συνέχεια έριχνε την πέτρα στο δεύτερο τετράγωνο κι έμπαινε με το ένα πόδι στο σχέδιο και τετράγωνο -τετράγωνο έφτανε σ' εκείνο που βρισκόταν η πέτρα. Πάλι χτυπώντας την με το πόδι με το οποίο πατούσε στο έδαφος προσπαθούσε τετράγωνο -τετράγωνο να τη βγάλει έξω από το σχέδιο στην αρχή του. Αυτή η διαδικασία συνεχιζόταν με το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο τετράγωνο. Δεν έπρεπε ούτε η πέτρα ούτε το πόδι να ακουμπήσει στις γραμμές του σχεδίου. Αν ακουμπούσε στη γραμμή έβγαινε από το παιχνίδι και ξεκινούσε το άλλο παιδί.




Το πατίνι είναι ένα δίτροχο όχημα χωρίς μηχανή, χωρίς πεντάλ και χωρίς σέλα ή άλλο κάθισμα, στο οποίο ο οδηγός στέκεται όρθιος τοποθετώντας το ένα πόδι του στον πεπλατυσμένο άξονα που ενώνει τους δυο τροχούς ενώ με το άλλο δίνει ώθηση με συνεχείς παλινδρομικές κινήσεις εκκρεμούς ώστε να μετακινηθεί το όχημα.

Εκείνη την εποχή, τα παιδιά είχαν απαραίτητα μαζί τους και από μία ξύλινη σφεντόνα ( τέγκαλα ) για το κυνήγι των πουλιών και για το σημάδι διαφόρων στόχων.

Σβούρα








Συνήθως χρησιμοποιούνται για να παίξει το παιχνίδι ''Βάλτε και Πάρτε'' το τετράπλευρο σβουράκι ή σβούρα εμφανίζει έναν αριθμό, όταν σταματήσει να γυρίζει. Κάθε παίκτης τοποθετεί ένα κέρμα στο δοχείο και στη συνέχεια γυρίζει το σβουράκι ακολουθώντας τις οδηγίες όταν η σβούρα σταματήσει να γυρίζει. Όταν ολόκληρο το ποσό είχε κερδηθεί ο γύρος τελείωνε και οι παίκτες ξεκινούσαν και πάλι.


ΤΡΕΙΣ...ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΥΡΙ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ


Τα παιδιά σχηματίζουν ένα κύκλο, καθισμένα γύρω από τη μάνα, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά. Εκείνη βγάζει τη ζώνη της ή ένα λουρί ή σχοινί και πρώτα σχηματίζει μ' αυτό διάφορα σχήματα, π.χ. ένα αχλάδι, ένα μήλο, ένα καλάθι κτλ. Τα άλλα π





ρέπει να μαντέψουν τι παριστάνει. Όποιο το βρει, του δίνει η μάνα το λουρί και τότε εκείνο έχει το δικαίωμα να σηκωθεί και να κυνηγήσει τ' άλλα παιδιά. Η μάνα μένει στη θέση της και κάθε τόσο φωνάζει: «Τρεις και το λουρί της μάνας! ». Εκείνος που κρατεί το λουρί, συνεχίζει το κυνήγι του κι αν κτυπήσει κανένα παιδί, τότε εκείνο βγαίνει απ' το παιχνίδι. Αν όμως η μάνα φωνάξει: «Τρεις και το λουρί της μάπας! », τότε αυτός που κυνηγάει, πρέπει αμέσως να γυρίσει πίσω και να παραδώσει το λουρί στη μάνα, αλλιώς τα άλλα παιδιά έχουν το δικαίωμα να τον πάρουν στο κυνήγι και να του πάρουν το λουρί και να αρχίσουν μ' αυτό να τον χτυπούν.



ΠΕΡΝΑ, ΠΕΡΝΑ Η ΜΕΛΙΣΣΑ


Τα παιδιά, από 6 και πάνω, διαλέγουν από τα πιο μεγάλα, δυο μάνες και η κάθε μια





παίρνει με λάχνισμα τον ήλιο ή το φεγγάρι. Οι 2 μάνες σχηματίζουν με τα χέρια τους μια καμάρα και στέκονται όρθιες στη μέση. Τα υπόλοιπα παιδιά σχηματίζουν μια γραμμή, το ένα πίσω απ' το άλλο, κρατημένα απ' τη μέση ή απ' τη ζώνη τους. Όπως έχουν σχηματίσει τη σειρά προχωρούν προς την καμάρα τραγουδώντας:



Περνά, περνά η μέλισσα
Με τα μελισσόπουλα
Και με τα παιδόπουλα!


Όταν φτάσουν μπρος την καμάρα οι 2 μάνες τα ρωτούν:

-Από πού ερχόσαστε;
-Από την Κόρινθο (π.χ.)
-Και τι έχετε φορτωμένα;
-Σύκα και σταφύλια (π.χ.)
-Περάστε μέσα.

Σηκώνουν λοιπόν τα χέρια τους και τα παιδιά περνούν κάτω από την καμάρα, βουίζοντας σαν τις μέλισσες. Την ώρα που είναι να περάσει το τελευταίο, οι 2 μανάδες κατεβάζουν τα χέρια τους και το κρατούν κι ύστερα το ρωτούν σιγά, ώστε να μην ακούσουν τα άλλα:

-Τι θέλεις, τον ήλιο ή το φεγγάρι;

Το παιδί θα πει τον ήλιο ή το φεγγάρι και τότε θα πάει πίσω απ' αυτή που πήρε τούτο το όνομα και θα πιαστεί απ' τη μέση της. Το παιχνίδι συνεχίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, μόνο που κάθε φορά, τα παιδιά λένε ότι έρχονται από άλλο μέρος και φέρνουν διαφορετικά πράγματα, μέχρις ότου μοιραστούν όλες. Την τελευταία τη ρωτούν πια φανερά, αν θέλει τον ήλιο ή το φεγγάρι κι όταν διαλέξει πιάνεται, πίσω απ' όλα τα άλλα παιδιά. Τότε η μια μάνα βγάζει τη ζώνη της και την απλώνει στην άλλη και η κάθε μια τους κρατάει από μιαν άκρη και με τα παιδιά από πίσω της την τραβάει προς το μέρος της. Όποια πάρει την άλλη, νικάει.


ΔΕΝ ΠΕΡΝΑΣ ΚΥΡΑ ΜΑΡΙΑ

Πιάνονται απ' το χέρι και σχηματίζουν κύκλο, ενώ ένα κορίτσι απ' τα μεγαλύτερα, η κυρα-Μαρία, στέκεται στη μέση. Αρχίζουν να γυρίζουν γύρω γύρω και τραγουδούν, ενώ η κυρα-Μαρία προσπαθεί να περάσει ανάμεσά τους.


Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς δεν περνάς,
Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς, περνάς!
-Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, δεν περνώ.
Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, περνώ!
-Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, δεν περνάς
Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, περνάς!
-Θα μαζέψω 2 βιολέτες δεν περνώ, δεν περνώ
Θα μαζέψω 2 βιολέτες δεν περνώ, περνώ!
-Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, δεν περνάς
Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, περνάς!
-Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, δεν περνώ
Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, περνώ!
-Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, δεν περνάς
Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, περνάς!
-Η καλή μου είν' (η Ελένη π.χ.) δεν περνώ, δεν περνώ
Η καλή μου είν' (η Ελένη π.χ.) δεν περνώ, περνώ!



Μόλις ακούσει τ' όνομά του το κορίτσι που ανέφερε η κυρα-Μαρία, φεύγει απ' τον κύκλο και μπαίνει στη μέση και τότε είτε γίνεται αυτό κυρα-Μαρία και το παιχνίδι συνεχίζεται έτσι είτε στέκεται στο πλάι της κυρα-Μαρίας, που συνεχίζει ν' αναφέρει σε κάθε επανάληψη του τραγουδιού κι από μια φιλενάδα της, ώσπου δε μένουν πια αρκετά κορίτσια, για να σχηματίσουν κύκλο κι έτσι το παιχνίδι τελειώνει.

ΛΥΚΕ ΛΥΚΕ, ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ;

Ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά κάνει τον λύκο, που πάει και κρύβεται πίσω από ένα θάμνο ή ένα δέντρο. Τα άλλα παιδιά, με επικεφαλής ένα απ' τα μεγαλύτερα, που θα είναι η «μάνα», πιάνονται στη σειρά, το ένα πίσω απ' το άλλα και πλησιάζουν το κρησφύγετο του λύκου, απαγγέλλοντας ρυθμικά:

«Πήγε ο λύκος στο βουνό,
μες στο δάσος το πυκνό.
Τριγυρνώ και τραγουδώ:
Λύκε, λύκε είσαι δω;»
Ο λύκος απαντάει: -Εδώ είμαι!
Τα παιδιά ρωτούν: -Και τι κάνεις;
Ο λύκος: -Βάζω το πουκάμισό μου! Ή
Τώρα σηκώνομαι απ' το κρεβάτι μου!


Τα παιδιά απομακρύνονται, κάνουν ένα νέο γύρο, πάντα πιασμένα το ένα πίσω απ' το άλλο και σταματούν πάλι έξω απ' το κρησφύγετο του λύκου, λέγοντας το ίδιο τραγουδάκι. Ο λύκος εξακολουθεί να ντύνεται και τους απαντάει πάντα: «Βάζω το παντελόνι μου» ή «φοράω τα παπούτσια μου» ή δίνει άλλες αστείες απαντήσεις, όπως: «Ξυρίζω τα μουστάκια μου», ανάλογα με την ηλικία του και με την ετοιμότητά του. Στο τέλος λέει: «Βάζω το καπέλο μου» ή «παίρνω το μπαστούνι μου και σας κυνηγώ» και τότε τα παιδιά σκορπίζονται φωνάζοντας:

«Λύκε, λύκε φτάσε με,
σαν μπορείς και πιάσε με!»

Ο Λύκος τρέχει από πίσω τους και τα κυνηγάει. Όποιο παιδί φτάσει, βγαίνει από το παιχνίδι. Αυτό γίνεται ώσπου να τα πιάσει όλα ή ώσπου να κουραστούν τα παιδιά

ΓΥΡΩ ΓΥΡΩ ΟΛΟΙ

Τα παιδάκια σχηματίζουν έναν κύκλο και βάζουν το πιο μικρό στη μέση. Ύστερα πιάνονται από τα χέρια και γυρίζουν τραγουδώντας:









Γύρω-γύρω όλοι
Στη μέση ο Μανόλης,
Χέρια, πόδια στη γραμμή
Όλοι κάθονται στη γη!
-Κάθισε, Μανολάκη!

Με το: «όλοι κάθονται στη γη!», όλα τα παιδάκια κάθονται χάμω και τεντώνουν τα πόδια τους προς το κέντρο. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο «Μανόλης».


Η ΜΙΚΡΗ ΕΛΕΝΗ

Τα κοριτσάκια σχηματίζουν έναν κύκλο, που κοιτάζει προς τα μέσα. Στο κέντρο κάθεται ένα κοριτσάκι, που κάνει τάχα ότι κλαίει. Τα άλλα γυρίζουν γύρω-γύρω και τραγουδούν:

Η μικρή Ελένη
κάθεται και κλαίει

γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της.
Σήκω απάνω, πλύνε τα μάτια,
Κοίταξε τον ήλιο κι αποχαιρέτησε!

Το κοριτσάκι, τότε, που κάνει την Ελένη, πλένει δήθεν τα μάτια της και κοιτάζει τον ήλιο κι ύστερα σηκώνεται ξαφνικά και πιάνει μια απ' τις άλλες, που γίνεται εκείνη Ελένη με τη σειρά της.

Η ΚΟΛΟΚΥΘΙΑ

Οι παίκτες - από 5 ως 10 - κάθονται γύρω-γύρω και βγάζουν έναν αρχηγό, τα πιο μεγάλα απ' τα παιδιά ή τον πιο έξυπνο, ανάμεσα στους μεγάλους. Καθένας απ' τους παίκτες παίρνει έναν αριθμό. Αυτό γίνεται κατά 2 τρόπους: Ή εκείνος που κάθεται στ' αριστερά του αρχηγού, παίρνει τον αριθμό 1 κι ο διπλανός του το 2 κι έτσι ως το τέλος, ή ο καθένας παίρνει όποιο αριθμό του αρέσει, που δεν πρέπει όμως να είναι μεγαλύτερος, απ' όσα είναι στο σύνολό τους τα παιδιά. Έτσι π.χ. αν τα παιδιά είναι 8, δεν πρέπει κανείς να πάρει τον αριθμό 10. Κάθε παίκτης πρέπει να θυμάται καλά τον αριθμό του, γιατί απ' αυτό θα εξαρτηθεί αν θα κερδίσει ή θα χάσει.
Πρώτος μιλάει ο αρχηγός και λέει:
- Έχω μια κολοκυθιά που κάνει 3 (π.χ.) κολοκύθια!
Μόλις αναφέρει αυτόν τον αριθμό, εκείνος που έχει το 3, πρέπει αμέσως να σηκωθεί και να πει:
- Και γιατί να κάνει τρία;
- Και πόσα θέλεις να κάνει; Ρωτάει ο αρχηγός.
- Να κάνει (π.χ.) πέντε.
Μόλις ακούσει τον αριθμό του εκείνος που έχει το πέντε, πρέπει αμέσως να σηκωθεί και να πει: «Και γιατί να κάνει πέντε;» και το παιχνίδι συνεχίζεται μ' αυτόν τον τρόπο.
Αν κανείς ακούσει τον αριθμό του και δεν σηκωθεί ή σηκωθεί ακούγοντας τον αριθμό που έχει άλλος ή πει ανύπαρκτο αριθμό (π.χ. το 12 αν είναι 10 τα παιδιά), τότε χάνει και πρέπει να δώσει ενέχυρο. Αυτό το ενέχυρο πρέπει να είναι κάτι το ατομικό του, π.χ. το μαντήλι του, το βραχιόλι του… Όλα αυτά ο αρχηγός τα βάζει κατά μέρος και τα σκεπάζει μ' ένα μαντίλι ή μ' ένα κομμάτι ύφασμα. Όταν τελειώσει το παιχνίδι, ο αρχηγός βάζει το χέρι του κάτω απ' το μαντίλι, τραβάει ένα-ένα τα ενέχυρα και φωνάζει:
- Κι αυτός εδώ, τι πρέπει να κάνει;
Οι άλλοι, όλοι μαζί, φωνάζουν.
- Να λαλήσει σαν πετεινός ή να γκαρίξει σαν γαϊδούρι ή να περπατήσει με τα τέσσερα, ή ό,τι άλλο σοφιστούν.
Την τιμωρία αυτή, πρέπει ο τιμωρημένος να τη δεχτεί με κέφι και να κάνει τους άλλους να γελάσουν.
Σε μια παραλλαγή, ο αρχηγός δεν περιμένει να τελειώσει το παιχνίδι για να επιβάλλει τις τιμωρίες, αλλά μόλις κάνει κάποιος ένα λάθος, τον βάζουν αμέσως να εκτελέσει την τιμωρία του.
Σε μια άλλη παραλλαγή απ' την Ήπειρο, στη μέση του κύκλου στήνουν μια βαριά πέτρα και όποιος κάνει λάθος, σηκώνεται αμέσως, σηκώνει την πέτρα και τη βαστάει στους ώμους του ως το τέλος του παιχνιδιού, εκτός αν λαθευτεί κανένας άλλος και τότε πηγαίνει εκείνος και παίρνει την πέτρα κι ο πρώτος ξαναγυρίζει στη θέση του.


ΑΜΠΑΡΙΖΑ

Παραδοσιακά είναι ένα παιχνίδι, κυρίως γι' αγόρια 12-15 ετών, αλλά μπορούν να το παίξουν και κορίτσια. Έχει πολύ αυστηρούς κανόνες, που οι παίκτες πρέπει να τους κρατούν με κάθε τρόπο.









Τα παιδιά, 8 ως 14 τον αριθμό, χωρίζονται σε 2 ομάδες και κάθε ομάδα έχει τη μάνα της. Κάθε ομάδα διαλέγει την περιοχή της, σε 100 με 150 βήματα απόσταση από την άλλη και στο κέντρο είναι η αμπάριζα ή η Μανή, κατά την ποντιακή παραλλαγή, που αποτελείται από ένα σωρό, καμωμένο με τα πανωφόρια των παιδιών ή τα σακάκια τους ή ένα δέντρο, αν υπάρχει σ' αυτόν το χώρο. Γύρω απ' την αμπάριζα, κάθε ομάδα χαράζει έναν κύκλο, με περιφέρεια 3 ως 4 μέτρων και εκεί θα φυλάγονται τα σκλαβάκια. Εμπρός από τον κύκλο αυτό, σε μια απόσταση 5 βημάτων, κάθε ομάδα χαράζει μια ίσια γραμμή, που δείχνει τα σύνορα της περιοχής της.
Την αρχή του παιχνιδιού την κάνει ένας, ο πιο σερπετός από τους παίκτες της ομάδας Α, που προχωρεί προς τη γραμμή κι αρχίζει να κοροϊδεύει και να ειρωνεύεται τους αντιπάλους του. Τότε ο αρχηγός, η μάνα της αντίθετης ομάδας δίνει την εντολή σ' έναν απ' τους δικούς της, να τον κυνηγήσει και να πιάσει τον αιχμάλωτο. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να κυνηγήσει και να πιάσει τον αντίπαλο του, παρά μονάχα έξω από την περιοχή του και μονάχα αν έχει βγει ύστερα απ' αυτόν. Αν ο αντίπαλος της ομάδας Α γυρίσει πίσω στην περιοχή του χωρίς να πιαστεί, τότε αυτός που τον κυνηγάει, δεν έχει δικαίωμα να μείνει στην ελεύθερη περιοχή, αλλά πρέπει να γυρίσει ξανά στο στρατόπεδό του και να πάρει «φωτιά» ή να πιάσει «αμπάριζα». Φωνάζει τότε: «Παίρνω αμπάριζα και βγαίνω» και τότε χτυπάει την αμπάριζα και βγαίνει πάλι έξω. Εντωμεταξύ κι άλλοι παίκτες της ομάδας Α και της Β έχουν βγει και κυνηγιούνται. Αν κανείς φτάσει τον αντίπαλό του και τον αγγίξει, έστω και με τα δάχτυλα, και φωνάξει: «Σ' έπιασα», τότε αυτός θεωρείται αιχμάλωτος και οδηγείται με θριαμβευτικές κραυγές στο στρατόπεδο των αιχμαλώτων του αντιπάλου, δηλ. στον κύκλο που είναι χαραγμένος γύρω από την αμπάριζα, και δεν επιτρέπεται να φύγει μόνος του. Ωστόσο αν κάποιος από τη δική του ομάδα καταφέρει να χωθεί μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο και χτυπήσει έναν από τους αιχμαλώτους, τον ελευθερώνει. Δε μπορεί όμως να ελευθερώσει παρά μονάχα ένα σε κάθε έξοδό του. Αν κανείς από τους παίκτες είτε κατά λάθος είτε για να γλιτώσει έναν από τους δικούς του, βγει από την περιοχή του παιχνιδιού, που σχηματίζει γύρω γύρω ένα τετράγωνο, τότε θεωρείται λιποτάκτης και οδηγείται στο στρατόπεδο αιχμαλώτων του αντιπάλου.
Οι αρχηγοί των ομάδων δεν παίρνουν μέρος στο παιχνίδι, γιατί αν τυχόν συλληφθεί ένας αρχηγός, τότε χάνει ολόκληρη η ομάδα του το παιχνίδι. Αντίθετα, αν ο αρχηγός της αντίπαλης ομάδας καταφέρει να εισχωρήσει στην περιοχή του εχθρού και χτυπήσει την αμπάριζα, τότε κερδίζει ολόκληρη η ομάδα. Φωνάζει, τότε, «Έπιασα την αμπάριζα» και το παιχνίδι θεωρείται τελειωμένο. Κανονικά το παιχνίδι συνεχίζεται έως ότου η μια ομάδα χάσει τόσους παίκτες, ώστε να μη μπορεί πια να συνεχίσει. Οι νικητές, τότε, κάθονται καβαλικευτά στη ράχη των νικημένων και κάνουν έτσι τη βόλτα όλης της περιοχής, περιγελώντας τους αντιπάλους.



Τάκα - Τάκα : Τι παιχνίδι και αυτό!

Δυό μεγάλες κοκκάλινες μπάλες, σε διάφορους χρωματισμούς, η κάθε μια κρεμόταμε με λεπτό γερό σκοινάκια, από ένα σιδερένιο κρίκο, που μπορούσε ο καθένας να το προσαρμόσει στο δάκτυλό τους. Συνήθως στο μεσαίο. Η επιτυχία ήταν να χτυπάς τις μπάλες όσο χρόνο περισσότερο μπορούσες, κουνώντας το χέρι πάνω κάτω. Ο θόρυβος που έκανε ήταν τόσο εκνευριστικός που γρήγορα κατατάχτηκε στα απαγορευμένα παιχνίδια. Πολλές φορές, οι μπάλες ξέφευγαν και χτυπούσαν τον παίχτη καθιστώντας έτσι ακόμα πιο επικίνδυνο.






Ετικέτες ,

15 Μαρτίου 2013

Τα παιχνίδια στη Λάγκα




Παίζαμε και μεις στην παιδική μας ηλικία......



Παίζαμε πολλά παιχνίδια, περισσότερα των οποίων απαιτούσαν μυϊκή δύναμη, ταχύτητα και εφευρετικότητα.



Το σύνολο των παιχνιδιών ήταν ομαδικά.



Πολυσύνθετα παιχνίδια όπως τα σημερινά δεν υπήρχαν. Όλα ήταν απλά και φτιαγμένα από τα παιδικά χέρια, γι αυτό και η απώλειά τους δεν ενοχλούσε και ούτε υπολογιζόταν. Υλικά υπήρχαν άφθονα και η αντικατάστασή τους ήταν σύντομη και ανέξοδη.



Ένα ξύλο 80 περίπου εκατοστών και ένα άλλο 20 περίπου εκατοστών, αποτελούσαν εξαρτήματα του γνωστού παιχνιδιού η κλέντζα.



Μια σειρά από μικρές επίπεδες πέτρες και κάποιες πιο μεγάλες για τους παίκτες, ήταν αρκετά για να αρχίσει το παιχνίδι, με το όνομα τα ... σκατούλια!



Ένα μαντήλι μόνο απαιτούνταν για το γνωστό παιχνίδι τα σκλαβάκια, αφού εκ των προτέρων τα δρώμενα πρόσωπα χωρίζονταν σε δυό ομάδες.



Το κυνηγητό, οι κλέφτες και αμαρτωλοί,  ο χιονοπόλεμος και ο  πετροπόλεμος ήταν τα παιχνίδια που τη νίκη χάριζαν η δύναμη και η ταχύτητα των μελών.



Τ αλώνια και η αυλή του Αγίου Νικολάου (σημερινού σχολείου) ήταν οι χώροι, όπου συγκέντρωναν τον μεγαλύτερο όγκο των παιχνιδιών.



Ο χιονοπόλεμος και ο πετροπόλεμος γίνονταν πάντα μεταξύ παιδιών των δύο μαχαλάδων (πάνου και κάτου). Διαχωριστική γραμμή ο εγκάρσιος δρόμος.

Οι περιποιήσεις των τραυματιών  γίνονταν μόνο με το πλύσιμο των πληγών με καθαρό νερό. Η θεραπεία  τέλεια...!

Οι δύο αρχηγοί ήταν εκείνοι που έδιναν το σύνθημα της λήξης και όλα τελείωναν όμορφα κι αγαπημένα. Ουδεμία αντιπαλότητα πια.



Και επιτραπέζια, αν μπορούμε να τους δώσουμε αυτόν τον χαρακτηρισμό, γιατί κάθε άλλο παρά επιτραπέζια ήταν τα παιχνίδια μας, αφού έλειπαν τραπέζια, καρέκλες που αποτελούν στοιχεία του παιχνιδιου αυτού.

Μια επίπεδη πλάκα, ένα καθαρό τμήμα από το αλώνι, μια πλάκα (ήταν το πρόχειρο τετράδιό μας) πάνω στ αντικείμενα αυτά σχηματίζαμε την τριώτα, την τεσσάρα ή την εννιάρα....

Ένα κομμάτι κεραμίδι ήταν το πιο κατάλληλο, σημερινό μολύβι, για να χαράξουμε τις απαιτούμενες γραμμές.

Στα σημεία όπου συναντιόνταν οι κάθετες με τις οριζόντιες γραμμές, ο παίκτης (μόνο δύο ήταν οι παίκτες) τοποθετουσε κάποια διακριτικά στοιχεία. Συνήθως κουμπιά, γι αυτό και οιμητέρες μας πάντα παρατηρήσεις μας έκαναν για τα κουμπιά που έλειπαν από τα ρούχα μας.

Τα δύο πρώτα παιχνίδια της τριώτας και της τεσσάρας ήταν προσιτά στο σύνολο  σχεδόν των παικτών. Η εννιάρα απαιτούσε υπολογισμούς όχι μόνον  για την κίνηση των ιδίων, αλλά και των αντιπάλων.

Προσπάθεια κάθε παίκτη ήταν η αφαίρεση αντικειμένων από τον αντίπαλο γι αυτό και πάντα καλύπτονταν τα σημεία που ήταν δυνατή μια γραμμή με τρία σημεία.

Η εννιάρα κατά την άποψή μου αποτελεί τον πρωτοπόρο του σκακιού. Βέβαια στην εννιάρα δεν υπήρχαν βασιλιάδες και άλογα ή ματ και άλλα στοιχεία του σκακιού.



Άλλο παιχνίδι ήταν το ποδόσφαιρο. Το παιχνίδι που συνάρπαζε και συναρπάζει κάθε παιδί. Βέβαια το ποδόσφαιρο παιζόταν τότε χωρίς όρους και περιορισμούς σε φάουλ κλπ και δεν είχαμε τις όμορφες χρωματιτές μπάλες που κυκλοφορούν σήμερα. 

Οι μπάλες μας αποτελούνταν από κουρέλια ή τεμάχια αυτών τα οποία καλύπτονταν από ένα πιο μεγάλο για να συγκρατεί τα μικρά τεμάχια. Ποτέ μια μπάλα αυτής της τεχνολογίας δεν ήταν ικανή να φτάσει μέχρι το τέλος, γιατί διαλύονταν  εκ των εξ΄ων συνετέθη.



Τα βράδια και ιδιαίτερα τις μεγάλες νύχτες του χειμώνα, παίζαμε τα γνωστά μαντέματα.

Π.χ. που είναι ένα ανδρόινο, ένα πετεινάρι και μια πούλκα (ανδρόινο το ζευγάρι - πετεινάρι το αγόρι - πούλκα το κορίτσι).

Για να πετύχεις το μάντεμα, θα έπρεπε ο αντίπαλος να γνωρίζει όλες τις οικογένειες του χωριού. Να ήταν κοντολογίς ένας ληξίαρχος του χωριού.

Πολλές φορές όμως επειδή ο κύκλος του χωριού ήταν στενός, για όλους η οικογενειακή κατάσταση ήταν συνήθως γνωστή και έτσι σπάνα η τιμωρία και η επιβάρυνση με κάποια τιμωρία.



Ο κύκλος των παιχνιδιών δεν περιοριζόταν μόνο σε όσα πιο πάνω αναφέρθηκαν αλλά συνηθίζονταν κι άλλα, όπως το κρυφτό, η γουμούρα, το κυνήγι των πυγολαμπίδων, το σχοινάκι και τόσα άλλα.



Από το βιβλίο του Σωτήρη Γ.Καλύβα

''Από τον ένδοξο Βράχο του Σουλίου στη Λάγκα. Ένα ταξίδι στο χρόνο''

Ετικέτες ,

15 Φεβρουαρίου 2013

΄΄Το μαντηλάκι΄΄ Παλιό κοριτσίστικο παιχνίδι









Αυτό το παιχνίδι παιζόταν κυρίως από κορίτσια. Κάθονταν κάτω κυκλικά το ένα  δίπλα στο άλλο με τα χέρια πίσω στις πλάτες. Είχαν ένα μαντιλάκι δεμένο σφιχτά και το περνούσαν από χέρι σε χέρι τραγουδώντας


«Το μαντηλάκι πέρασε κι η κόρη το γυρεύει,


πάει πέρα, πάει πέρα,


μια τούμπα στον αέρα».


Ένα κορίτσι ήταν όρθιο στη μέση του κύκλου και προσπαθούσε να βρει που βρισκόταν το μαντιλάκι. Όταν έβρισκε το κορίτσι που το κρατούσε άλλαζαν θέσεις και το παιχνίδι συνεχιζόταν.


Ή σύμφωνα με μια άλλη, πιο παλιά μαρτυρία, υπήρχε και κάποια παραλλαγή:


«Κάναμε έναν κύκλο αρκετά μεγάλο. Μία κοπέλα κρατώντας ένα μαντηλάκι στο ένα της χέρι περπατώντας από πίσω μας, κάποια στιγμή, άφηνε το μαντηλάκι στα πόδια κάποιας κοπέλας. Αν η συγκεκριμένη κοπέλα καταλάβαινε ότι το μαντηλάκι βρίσκεται πίσω της το έπαιρνε και γυρνούσε η ίδια γύρω από τον κύκλο αφήνοντάς το πίσω από όποια κοπέλα αυτή ήθελε, η οποία αν δεν το αντιλαμβάνονταν τότε η κοπέλα που το άφησε πίσω της την πλησίαζε και τη χτυπούσε με το χέρι της στην πλάτη».






Ετικέτες ,