αγγειό: σκεύος κουζίνας
αγγούσα: βάσανα
αγιάζι: χαραυγή, βροχούλα
αγκαστρωμένη: έγγυος
αγλί: αλίμονο
αγρικώ: καταλαβαίνω (άγριξε, κατάλαβε, έβαλε μυαλό)
ακούμψε: ακούμπησε
άκσες: άκουσες (ακούω)
αλάργα: μακριά
αλισβερίσι: συναλλαγή
αμπαρώνω: κλειδώνω (αμπάρα-το ξύλο που ασφσαλίζει την εξώπορτα)
αμπόχνω: σπρώχνω
άμπουρας: ατμός
άναργος: αργός, σιγανός
ανασκερώ: καθαρίζω
ανατσιριάζω: ανατριχιάζω
ανέσωτο: ανίκανο
άνξα: άνοιξα, ανοίγω
αντάμα: μαζί
ανταμώνω: συναντώ
αντάρα: ομίχλη
αντιριέμαι: διστάζω
ανυπρόκοπος: αυτός που δεν κάνει προκοπή, δεν προοδεύει
αξίκικο: έλλειμα
άξιος: δυνατός, ικανός
απικάζω: καταλαβαίνω
απόλκε: τελείωσε, σχόλασε (απολύω)
απιοκρίθηκα: απάντησα
απόμκα: έμεινα (απομένω)
απόπατος: αποχωρητήριο
απορρίχνω: αποβάλλω, γεννώ νεκρό
αποσταμένος: κουρασμένος (αποσταίνω)
απόστασα: κουράστηκα
απόσχτσε: γέννησε (αποχτώ)
αράδα: σειρά
αραλίκι: αράζω, αδιαφορία,έλλειψη άγνοιας,ξεκούραση
αραμπάς: άμαξα, κάρο
αρματώνομαι: στολίζομαι (άρματα)
αρνοκόκι: αρνόματο, αρνόμαλο
αρτίθηκε: παραβίασε τη νηστεία (αρταίνομαι)
ασκέρι: ομάδα στρατού
αστοχώ: ξεχνώ (αστόισε=ξέχασε)
ατζαμής: αμάθευτος, αδέξιος
ατζίδας: έξυπνος
άτιχα: τάση για εμετό
αυγατάω: αυξάνω, μεγαλώνω
άφκα: άφησα
αφουγκράζομαι: κρυφακούω
αχαΐρευτος: άχρηστος, ανυπρόκοπος
αχάλαγος: καταραμένος
αχαμνός: ο όχι καλός, ο κακός
αχαμπέρωτος: (αστ+χαμπέρι) χοντροκέφαλος,ανυποψίαστος
άχαρα: άσχημα
αχμάκης: παλαβός, ελαφρόμυαλος
άχυρο: το υπόλλειμα του σταχυού ή της βρίζας μετά το αλώνισμα
αψύς: απότομος
αψυχώ: λυπάμαι
Από το βιβλίο του Παν. Αθ. Ριζόπουλου ''Οι Ρίζες μας΄΄
Επιστ. επίβλεψη: Ν. Δασκαλάκης
Post Top Ad
Responsive Ads Here
03 Μαρτίου 2013
Λαγκιώτικο Γλωσσάρι (A)
Tags
# Λαγκιώτικο Γλωσσάρι
About ΛΑΓΚΑ Καστοριάς Σύνδεσμος Λαγκιωτών
Λαγκιώτικο Γλωσσάρι
Ετικέτες
Λαγκιώτικο Γλωσσάρι
Post Top Ad
Responsive Ads Here
Author Details
Κάποιοι Λαγκιώτες θέλοντας να δείξουν έμπρακτα την αγάπη και το ενδιαφέρον τους για τη Λάγκα, προχώρησαν στην ίδρυση του Συνδέσμου με την επωνυμία ''ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΛΑΓΚΙΩΤΩΝ Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ''.